Saturday, December 15, 2007

Διαβάσεις

Στο μετρό,κάποιες ώρες και σε ορισμένους σταθμούς,διέρχονται σχεδόν άδειοι οι συρμοί.Οι λιγοστοί επιβάτες,αμίλητοι και ανέκφραστοι,ακροβολίζονται με τρόπο που συνιστά κόλαφο για τους ρήτορες των ανθρωπίνων επαφών.Ίσως και να έχουν δίκιο οι αλιβάνιστοι από το φιλάλληλο πνεύμα των γιορτών που δεν αντέχουν την παρουσία του άλλου δίπλα τους και αντίκρυ,δεν υπομένουν πάνω τους το ξένο βλέμμα,αδιάκριτο,διερευνητικό,ενίοτε λάγνο,ποτέ όμως ακτινοβόλο.
Ευτυχώς λόγω των ημερών,τα βαγόνια είναι ασφυκτικά γεμάτα και αδυνατώ να διαπιστώσω τη ματαίωση των σιροπιαστών ασμάτων που,υπεργείως πλέον,μέλπουν την αγάπη σε κοσμοβριθείς πλατείες.Ό,τι καθεύδει,υμνείται.
Προτίμησα,αντί για την αγωνιώδη περιδίνηση σε ορόφους πολυκαταστημάτων,να πιω κάτι.Παρήγγειλα ένα Hennessy πίσω από τη διάφανη πρόσοψη ενός παρακμιακού cafe,ακούγοντας κάτι αδιάφορο να παίζουν τα ηχεία.Ήθελα εκείνη τη στιγμή,παρά την ακαταλληλότητα του χώρου,να ακούσω ένα τραγούδι του Τσιτσάνη.Αναδεύοντας το περιεχόμενο του ποτηριού και πριν αυτό μουσκέψει τα χείλη να ηχήσουν τα λόγια: έχω να λάβω γράμμα σου,σαράντα μέρες τώρα,τάχα να ζης ή χάθηκες σαν το πουλί στην μπόρα.Οι πότες γνωρίζουν πως το αλκοόλ εντείνει τη θέρμη του την ώρα που το κορμί ριγεί.Και γι'αυτό συνεχίζουν οι στίχοι Άλλοι μου λεν πως πέθανες και άλλοι πως ζεις για μένα,και άλλοι πως μ'απαρνήθηκες και πάνε όλα χαμένα.Τη γλυκανάλατη σκηνοθεσία διέκοψε ο σερβιτόρος που βαριεστημένα ακούμπησε το ποτό στο τραπέζι,συνοδία μπαγιάτικων ξηρών καρπών.Η αδύναμη φλόγα του λειωμένου επιτραπέζιου κεριού έπνεε τα λοίσθια.Παρατηρούσα αφηρημένα την κίνηση έξω από το τζάμι .Σε λίγο άρχισα να μασουλάω ανόρεχτα τους ξηρούς καρπούς,κοιτώντας ρεμβωδώς το φθίνον πυρ.Ένα εξίσου αδιάφορο τραγούδι διαδέχτηκε το προηγούμενο.
Στους δρόμους ο κόσμος περπατά βιαστικά.Το κρύο και η σπουδή μην τυχόν και καθυστερήσουν την φέρελπι συνάντηση με την πλησμονή κάνουν πιο γοργό το βήμα.'Ομως ο ανθρώπινος χείμαρρος ξεφουσκώνει τα νερά του στους φωτεινούς σηματοδότες.Εκεί,για λίγα δευτερόλεπτα,σαν τον ηθοποιό που ψάχνει τις ανάσες του,τον αναγνώστη που σηκώνει το κεφάλι του απ'το βιβλίο,αισθανόμαστε τον κόσμο που εδράζεται στις σκέψεις μας να μεταφέρεται αλλού:
Σε πρόσωπα αγχωμένα,όπως το δικό μας,που περιμένουν,ποιος ξέρει τι άλλο εκτός από τη διέλευση στο απέναντι πεζοδρόμιο,στα χαρούμενα μάτια των παιδιών,στο τυχαίο άγγιγμα απρόσεκτων συνοδοιπόρων και την ευγένεια της συγγνώμης τους,αποδεικνύοντας πως ο πολιτισμός δεν αφορά αποκλειστικά στην καλλιτεχνική έκφραση αλλά και στην πεζή καθημερινότητα.
'Οταν το χρώμα του φωτεινού σηματοδότη αλλάζει ξανά,συνεχίζουμε την πορεία μας και τους ατελεύτητους,αλυσιτελείς μονολόγους μας για να αμφισβητήσουμε άλλη μια φορά την πρόσκαιρη ωραιοποίηση,αντιλαμβανόμενοι την αδημονία των οδηγών που παρακολουθούν το φανάρι μέσα από τον μοναχικό μικρόκοσμο του οχήματός τους.

2 Comments:

At 12/17/07, 11:51 PM , Anonymous Anonymous said...

θα αλλάξω *λίγο* τον ρυθμό, αλλά...

"Τρέχουν οι σκάλες και τ' αυτοκίνητα
Τρέχουν οι ανάγκες μας και πίσω εμείς
Μες στις ψιχάλες τα λιγομίλητα
Παιδιά των δρόμων στάσου για να δεις
Πώς περιμένουν το χειμώνα το βαρύ. "

φιλιά:)

 
At 12/18/07, 12:53 PM , Blogger still ill said...

Ευχαριστώ για τα φιλιά και ανταποδίδω.
Ευτυχώς διάλεξες αυτούς τους στίχους και όχι τους 4 τελευταίους,που,όπως θα έχεις αντιληφθεί,μου ταιριάζουν περισσότερο.Πάντως,δεν μου αρέσει η Τσαλιγοπούλου,μου βγάζει κάτι από το δήθεν που αναφέρεις στο σημείωμά σου.Και τώρα που το θυμήθηκα,μιας και μνημονεύεις μια αγαπημένη μου ταινία με έναν πρωταγωνιστή με απίστευτη κωμική φλέβα και φυσιογνωμία,αν τυχόν και με ξαναπάς πίσω στα 80's με τέτοιες αναφορές,δεν πρόκειται να σου ξαναγράψω:p
Επειδή τυγχάνει να θυμάμαι το "σουξέ",το βραβείο θα είναι ένα γλυκό που θα κεράσεις,όποτε αξιωθώ να ανέβω.

 

Post a Comment

Subscribe to Post Comments [Atom]

<< Home